Μεγάβυζος

Μεγάβυζος
Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Πέρσης ευγενής (6ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από την οικογένεια των Αχαιμενιδών. Συμμετείχε σε συνωμοσία εναντίον του Ψευδοσμέρδιου, σφετεριστή του περσικού θρόνου, αλλά τελικά στον θρόνο ανέβηκε ο Δαρείος A’ o Υστάσπους. 2. Πέρσης στρατιωτικός (5ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Ζώπυρου, σατράπη της Βαβυλώνας που σκοτώθηκε στη διάρκεια μιας στάσης. Συμμετείχε στην εκστρατεία του Ξέρξη εναντίον της Ελλάδας. Προσπάθησε μάταια να καταλάβει τους Δελφούς, αλλά το 431 π.Χ. πολέμησε με επιτυχία τους Αθηναίους στη Μέμφιδα της Αιγύπτου. Επαναστάτησε εναντίον του Αρταξέρξη, αλλά αργότερα συμφιλιώθηκε μαζί του και πέρασε την υπόλοιπη ζωή του ως αυλικός.
* * *
Μεγάβυζος και Μεγάβυξος, ὁ (Α)
1. περσικό κύριο όνομα («τοῡ Μεγαβύζου παιδὶ Ζωπύρῳ», Ηρόδ.)
2. τίτλος στρατηγών και ιερέων («ἱερέας δ'... εἶχον οὕς ἐκάλουν Μεγαβύζους», Στράβ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Περσικό κύριο όνομα που αργότερα έγινε τίτλος στρατηγών και ιερέων (Bagabukhša «ο από θεού ελευθερωθείς»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Μεγάβυζος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγαβύζου — Μεγάβυζος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγαβύζους — Μεγάβυζος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγαβύζῳ — Μεγάβυζος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγάβυζε — Μεγάβυζος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγάβυζοι — Μεγάβυζος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγάβυζον — Μεγάβυζος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • МЕГАБИЗ —    • Megabўzus,          Μεγάβυζος,        1. сын Зопира и внук Мегабиза, принимавшего участие в убиении Лже Смердиса, весьма уважаемый, благодаря заслугам своего отца, он был одним из начальников пехоты в войске Ксеркса. Hdt. 7, 82. Позже,… …   Реальный словарь классических древностей

  • Megabyzos I. — Megabyzos (altpersisch: Baghabuxša, griech: Μεγάβυζος; 6. Jahrhundert v. Chr.), Sohn des Dâtuvahya, war ein persischer Adliger im Großreich der Achämeniden. Nach einer Angabe des Xenophon diente Megabyzos dem Großkönig Kyros II. als Statthalter… …   Deutsch Wikipedia

  • Megabyzos II. — Megabyzos (altpersisch: Baghabuxša, griechisch Μεγάβυζος; * um 516 v. Chr.; † um 440 v. Chr.), Sohn des Zopyros, war ein persischer Adliger und Feldherr im Großreich der Achämeniden.[1] Leben Nach Ktesias nahm Megabyzos im Jahr 484 v. Chr.… …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”